Ρεμί

Ρεμί
(Raimu, καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Jules Muraire, Τουλόν 1883 – Παρίσι 1946). Γάλλος ηθοποιός του βαριετέ, του θεάτρου και του κινηματογράφου. Αφού έγινε δημοφιλέστατος ως ηθοποιός του βαριετέ, παρουσιάστηκε με επιτυχία και στο θέατρο πρόζας, αλλά η ευκαιρία που του επέτρεψε να αποδείξει το ταλέντο του ήταν η συνάντησή του με τον Μαρσέλ Πανιόλ, ο οποίος, το 1929, του ανέθεσε τη σκηνοθεσία της κωμωδίας Μάριος (Marius) και τον ρόλο του Σεζάρ, πατέρα του πρωταγωνιστή. 0 Ρ. αναγνωρίστηκε ως ένας από τους πιο αξιόλογους ηθοποιούς του γαλλικού θεάτρου και κατέληξε στην Comιdie Franηaise, της οποίας υπήρξε μέλος (Ρensionnaire), από το 1944 μέχρι τον θάνατό του. Αλλά και στον κινηματογράφο, στον οποίο ο Ρ. έκανε την πρώτη του εμφάνιση γύρω στο 1910, η διασκευή της περίφημης μαρσεγιέζικης τριλογίας του Πανιόλ –Μάριος (1931) του Αλεξάντερ Κόρντα, Φανύ (1932) του Μαρκ Αλεγκρέ και Σεζάρ (1936) του Πανιόλ– υπήρξε αποφασιστικός σταθμός στη σταδιοδρομία του ηθοποιού. Από τότε ο Ρ. ερμήνευσε με την τυπικά προβηγκιανή του φλέβα, πλούσια σε καλοσυνάτη ανθρωπιά και οξύτατο λαϊκό πνεύμα, μια σειρά από ταινίες, όπως το Καρνέ ντε μπαλ (1937) του Ζιλιέν Ντι-βιβιέ, Η γυναίκα του ψωμά (1939) του Πανιόλ, Οι άγνωστοι στο σπίτι (1942) του Ανρί Ντε-κουάν, που θεωρούνται από τις καλύτερες του γαλλικού κινηματογράφου του μεσοπολέμου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • ρεμι(ν)τζάρω — Ν βλ. ρεμε(ν)τζάρω …   Dictionary of Greek

  • Γκουρμόν, Ρεμί ντε- — (Remy de Gourmont, 1858 – 1915).Γάλλος συγγραφέας. Διετέλεσε βιβλιοθηκάριος της Εθνικής Βιβλιοθήκης από την οποία απολύθηκε το 1891 με αφορμή το άρθρο του Το παιχνίδι πατριωτισμός και συνεργάστηκε με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες,… …   Dictionary of Greek

  • Μπελό, Ρεμί — (Remi Bellau, 1528 – 1577). Γάλλος ποιητής. Έγραψε διάφορες ποιητικές συλλογές, στις οποίες περιγράφει με εξαιρετική λεπτότητα και χάρη, άνθη, φυτά, έντομα κλπ. Πολλά από τα έργα του θεωρούνται ως μικρά αριστουργήματα αγροτικής ποίησης, γι’ αυτό… …   Dictionary of Greek

  • Γαλατία — I (λατ. Gallia). Ονομασία που έδωσαν οι Ρωμαίοι στις χώρες όπου κατοικούσαν τα κελτικά φύλα των Γαλατών τόσο στη δυτική Ευρώπη (μεταξύ Ρήνου, Ατλαντικού ωκεανού, Πυρηναίων, Μεσογείου και Άλπεων), τη λεγόμενη εκείθεν των Άλπεων Γ. (Gallia… …   Dictionary of Greek

  • Πλειάς — Με το όνομα αυτό είναι γνωστή μια ομάδα από επτά τραγικούς ποιητές, οι οποίοι έζησαν στην Αλεξάνδρεια στους χρόνους του Πτολεμαίου B’ Φιλαδέλφου (284 247 π.Χ.). Ο φιλότεχνος αυτός ηγεμόνας προσπάθησε να μεταφέρει στην Αλεξάνδρεια τη μεγαλοπρέπεια …   Dictionary of Greek

  • ρεμε(ν)τζάρισμα — και ρεμι(ν)τζάρισμα, το, Ν ναυτ. ρυμούλκυση πλοίου με ρεμέ (ν)τζο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ρεμεντζάρω / ρεμιντζάρω κατά τα ουδ. σε ισμα (πρβλ. παρκάρισμα)] …   Dictionary of Greek

  • ρεμε(ν)τζάρω — και ρεμι(ν)τζάρω Ν ρυμουλκώ πλοίο, το δένω με ρεμέν(ν)τζο, το προσορμίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. rimaneggiare] …   Dictionary of Greek

  • Ανακρέων — (6ος 5ος αι. π.Χ.). Λυρικός ποιητής. Γεννήθηκε στην ιωνική Τέω το δεύτερο μισό του 6ου αι. π.Χ. και πέθανε, σύμφωνα με τον Λουκιανό, σε ηλικία 85 ετών στη γενέτειρά του. Μεταγενέστερος του Αλκαίου και της Σαπφούς, ανήκει στην περίοδο του ώριμου… …   Dictionary of Greek

  • Μαμπιγιόν, Ζαν — (Jean Mabillon, Σεν Πιερμόν, 1632 – Παρίσι, 1707). Γάλλος λόγιος. Ήταν το πέμπτο παιδί μιας αγροτικής οικογένειας. Πήρε τα πρώτα μαθήματά του από τον δάσκαλο της κοινότητας και συμπλήρωσε τη μόρφωσή του κοντά στον θείο του, εφημέριο της Νεβίλ. Το …   Dictionary of Greek

  • Νοστράδαμος — (Nostradamus, Σεν Ρεμί, Προβηγκία 1503 – Σαλόν 1566). Εκλατινισμένο όνομα του Γάλλου γιατρού και αστρολόγου Michel de Nostredame. Σπούδασε με λαμπρή επιτυχία ιατρική στο Μονπελιέ και άσκησε με πολλή σοβαρότητα το ιατρικό επάγγελμα, αφοσιώθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”